Η Κυβέλη δεν ήξερε πού θα πάμε, το rendez-vous είχε οριστεί για το Θησείο στις 8:30 το βράδυ, αν και η νύχτα ανθίστατο και δεν είχε ακόμη πέσει. Επιπλέον, η παράλογη βροχή της Παρασκευής που συνεχίστηκε μέχρι το μεσημέρι του Σαββάτου σε συνδυασμό με τον semi-freddo καιρό έκανε τις πιθανότητες όλο και πιο ισχνές: θεατρική παράσταση σε ανοιχτό θεατρικό εργαστήρι... Κάτι σαν τελικός Champions League μεταξύ ΔΑΜΑΣΤΑΣ Ηρακλείου Κρήτης και ΡΕΑΛ Μαδρίτης!
Ανηφορίσαμε την Αδριανού περνώντας ανάμεσα από πλανόδιους μικροπωλητές που προσπαθούν απεγνωσμένα να σου πουλήσουν ηλεκτρικές ραπτομηχανές χειρός και τους δυο παπατζήδες - couleur locale που τους θυμάμαι από τότε που ερχόμουν με τον Ηλεκτρικό από το σχολείο για να ανταλλάξω τηλεκάρτες. Θεωρώ ότι μετά από τόσα χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στο Μοναστηράκι πρέπει είτε ο Καμίνης να τους προσφέρει σε ειδική τελετή το χρυσό κλειδί της πόλης ή έστω να τους κάνουν carte-postale πλάι σε αυτές που απεικονίζουν τον Παρθενώνα με εκείνο το vulgaire βυσσινί χρώμα στον ουρανό. Στρίψαμε δεξιά στην οδό Βρυσακίου και ω του θαύματος η βοή από τα πούλια στο τάβλι και τα τσουγκρίσματα στα ποτήρια με το τσίπουρο άρχισε κυριολεκτικά να σβήνει λες και υπήρχε ένας αόρατος σιγαστήρας! Λίγα μέτρα πιο πάνω, στο νούμερο 17, μια ήπιων τόνων ταμπέλα σε ένα εξίσου σεμνό διόροφο κτίριο γράφει Θέατρο Βρυσάκι και στην ξύλινη γκρίζα πόρτα μια αφίσα σε υποδέχεται: «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», σκηνοθεσία Βασίλης Μαυρογεωργίου. Η παράσταση άρχιζε στις 9 αλλά προνόησα φτάνοντας νωρίτερα και έβαλα 2 προγράμματα με τις εκδηλώσεις του θεάτρου πάνω στις 2 μπροστινές καρέκλες της μικρής αυτής αυλής των υποκριτικών θαυμάτων. Έβλεπα τον Ρωμαίο να σιγοψιθυρίζει αγχωμένος τα λόγια του και αδημονούσα κι εγώ μαζί του να ξεκινήσει η παράσταση καθώς όπως υποδηλώνει και το ψευδώνυμό μου έχω μια συγγενική σχέση και μια ιδιαίτερη αγάπη για το συγκεκριμένο κείμενο: έχω δει και το εξαιρετικό Romeo and Juliet με τον Di Caprio αλλά και την εκδοχή του 1968 του Franco Zeffirelli ενώ έχω διαβάσει την μετάφραση του Καρθαίου αρκετές φορές.
- Άντε γαμήσου, παλιομαλάκα!
- Καριόλη! Εσύ να πας να γαμηθείς!
Κάπως έτσι ξεκινάει η παράσταση με τα πρωτοπαλίκαρα των Μοντέκηδων και των Καπουλέτων να έρχονται στα χέρια και να βρίζονται χρησιμοποιώντας γηπεδικό γλωσσικό ιδίωμα που αν μη τι άλλο ξαφνιάζει, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι η ερωτική αυτή τραγωδία γράφτηκε στα τέλη του 1590 από τον νεαρό τότε Shakespeare. Τότε έβραζε το αίμα και η πένα του Άγγλου, σήμερα ανάβλυζε η ευφυής σκηνοθετική ματιά του Έλληνα: οι εντός εισαγωγικών ηθοποιοί, τα ταλαντούχα αυτά παιδιά, είναι μαθητές του σκηνοθέτη ο οποίος έστησε μια παράσταση που βάζει στην άκρη τα τετριμμένα, που σε κάνει να γελάς με την καρικατούρα του πάτερ Λαυρέντιου που καπνίζει αρειμανίως και την φιλάργυρη γκουβερνάντα της Ιουλιέτας ενώ σου προκαλεί ένα σφίξιμο στο στήθος και ενδεχομένως την παραγωγή υδαρούς υγρού από τους δακρυγόνους αδένες όταν παρακολουθείς τη λυτρωτική σκηνή του θανάτου των δυο θυμάτων του ανεπίδοτου αυτού έρωτα. Μεταξύ σφύρας και άκμονος, με συναισθήματα σε πλήρη διάταση, έτσι κύλησε το Σάββατό μου. Δεν θέλω να σας μιλήσω άλλο! Από εγωισμό θέλω να προφυλάξω και να κρατήσω για μένα αυτό το βράδυ. Καλό ξημέρωμα valeladi-ers.
Ω κακέ! Το ήπιες όλο, και δεν άφησες
ούτε μια σπλαχνική σταλαματιά
να με φέρει κοντά σου;... Θα φιλήσω
τα χείλια σου. Μπορεί να’χει απομείνει
λίγο φαρμάκι, για να βρω το θάνατο
μ’ένα γλυκό φιλί.
Ένας Ρωμαίος
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου