Τρίτη 31 Μαΐου 2011

 


Ο Ετεοκλής  στριφογύρισε. Για κάποιο λόγο δεν τον βόλευε ο καναπές. Κρατώντας κλειστά τα μάτια είχε παρασυρθεί στην μελωδία που ακουγόταν στο ράδιο. Χαλαρωτική αλλά με έντονες συναισθηματικές πινελιές ταυτόχρονα.   Ο συνδυασμός που ξεκλειδώνει το λουκέτο του θαμμένου του εαυτού. Η μέρα του όπως και οι υπόλοιπες σχεδόν. Γεμάτη βαβούρα. Φάτσες αλαφιασμένες, χαμένες στο προσωπικό τους παραμύθι. Άλλοι βυθισμένοι σε μια ατελείωτη μιζέρια και άλλοι μπερδεμένοι σε μια δήθεν ευτυχία. Ο κόσμος μοιάζει σαν χιλιάδες κραυγές που όλες μαζί ταυτόχρονα προσγειώνονται στο αυτί του. Σαν να θέλουν να τον αποτρέψουν από την πορεία του. Οι σειρήνες!


Άνοιξε τα μάτια του. Ναι δεν ονειρεύεται. Είναι ξύπνιος, απλά σκέφτεται. Η μελωδία από το ράδιο τον κάνει να βυθίζεται όλο και περισσότερο.
- Τι έκανα πάλι, σκέφτεται.
- Χα! Γέλασε πονηρά. Ούτε ο ίδιος δεν το πιστεύει.
Είναι αυτό, το προσωπείο. Το φοράει συχνά. Του πάει εν μέρη. Δεν το κάνει όμως για αυτό. Ξέρει ότι μόνο έτσι θα προστατευτεί. Ζορίζεται όταν υποδύεται κάποιον άλλον. Σχεδόν καταπιέζεται. Πρέπει όμως. Κοιτώντας πίσω απαριθμεί όσες φορές ενήργησε ως ο μη αληθινός εαυτός του. Είναι το "σχολείο" του. Η προετοιμασία για την μεγάλη έξοδο δεν έχει ολοκληρωθεί. Δεν ξέρει το πότε. Είναι βέβαιο όμως ότι υπάρχει ο δρόμος. Ξανοίγεται μπροστά του.


Ενώ η μουσική συνεχίζει, ο Ετεοκλής έχει πλέον παρασυρθεί. Ρίχνει μια κλεφτή ματιά μέσα του.
- Ναι! Τώρα τον αναγνωρίζει. Ξέρει καλά ποιος είναι. Ποτέ δεν άλλαξε. Εκεί είναι ακόμα. Δεν χρειάζεται να γνωρίζουν οι πολλοί.
Φωνές παιδικές από την γειτονιά διατάραξαν την σκέψη του.
- Πάλι τσακώνονται για το το ποδόσφαιρο, σκέφτηκε.
Χαμογέλασε και συνέχισε να ακούει την όμορφη μελωδία. Η σκέψη του πλέον είχε επανέλθει σε τάξη.

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου