Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

 

Πάντα είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου (πολύ πίσω όμως – τέρμα γαλαρία) την εξιδανικευμένη εικόνα του αυτόματου, του φυσικού και αβίαστου δεσίματος ανάμεσα στην αφεντιά μου και το λαμπερό εκείνο πλάσμα που θα μου πάρει τα μυαλά. Δεν έψαχνα όμως ποτέ εκεί που ήταν πιο πιθανό να το βρω. Σαν ένα Σταυροφόρο σε αναζήτηση του Άγιου Δισκοπότηρου με ρότα για τη Μαδαγασκάρη. Ή σα να έψαχνα για τριαντάφυλλα στην έρημο.


 Η τύχη και μια κοινή παρέα ήταν όμως που έφεραν απρόσμενα τα ρόδα της ερήμου στη πόρτα μου.



Είχα καιρό να νιώσω έτσι με κάποια, με οποιαδήποτε. Ένιωθα αυτό το τόσο σπάνιο και ποθητό αίσθημα της οικειότητας χωρίς προσπάθεια, της άνεσης χωρίς επιτήδευση. Χημεία το λένε, έτσι δεν είναι; Απίστευτο κλισέ, το ξέρω...και μάλλον δεν είμαι ο καταλληλότερος να μιλήσει για αυτό με το ιστορικό μου να περιορίζεται σε σύντομες περιπέτειες γεμάτες ατάκες, ‘άνεση’ και χαλαρότητα.


Άκουγα από άλλους όμως να μιλάνε για αυτό και έκανα πως αδιαφορούσα, αφού «δεν είμαι τέτοιος τύπος». Επιδερμικά ναι, δεν είμαι αλλά μεγαλώνοντας διορθωνόμαστε θέλω να πιστεύω και το να προσπαθήσεις να κάνεις μια κανονική σχέση αξίζει το κόπο. Και η θρυαλλίδα της συναισθηματικής μου ωρίμανσης έλαχε να είναι μια πιτσιρίκα που ‘ναι τρέλα, πού ‘ναι γλύκα που λέει και το άσμα. Και που στην Αμερική δε θα μπορούσε να πιει σε μπαρ. Do the math.


Ειδωθήκαμε αρκετές φορές αλλά ποτέ μόνοι, μιλούσαμε και στο facebook...η χημεία ήταν πάντα εκεί. Ώσπου βαρέθηκα να νιώθω αλλά να μην αγγίζω, να μη ζητάω ευθέως αυτό που θέλω και ακολούθησα την κλασική (μου) άμεση έως μονολιθική μέθοδο. «Μου αρέσεις, νιώθω πολύ ωραία μαζί σου και θέλω να σε ξαναδώ...μόνη» γράφω και πατάω enter για να φύγει το μήνυμα. Με αρκετή σιγουριά είναι η αλήθεια αφού συνήθως ‘πιάνει’ όταν γίνεται κατά πρόσωπο. Κάτι λίγες αμφιβολίες για το γραπτό του πράγματος δε με πτόησαν ιδιαίτερα.


Κακώς, πολύ κακώς δε με απασχόλησαν. Σιγή ασυρμάτου από κει και μετά. Καμμία επαφή, απάντηση, σημάδι...και πιστέψτε με, αποζητούσα ο,τιδήποτε από αυτά, ακόμα και αν ήταν αρνητικό...ήθελα να ξέρω, με πείραζε πολύ αυτή η αβεβαιότητα...ήμουν «κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη» που λέει και ο ποιητής και να με συμπαθάει που έκλεψα το στίχο του για να τον κοτσάρω βγάζοντας τα σώψυχά μου στη φόρα.


Πέρασε καιρός, 2-3 βδομάδες και έτυχε να ξανασυναντηθούμε μέσα στη κοινή παρέα. Αμηχανία από μέρους της, ψυχρότητα από μένα, έτσι για να κάνω τα πράγματα χειρότερα. «Τι ζώον, Θεέ μου. Αφού σου αρέσει τόσο πολύ, το στομάχι σου γίνεται ένας ευχάριστος κόμπος που δε θες να λύσεις, γιατί δε ρίχνεις τα μούτρα σου λίγο ρε άνθρωπε; ΜΙΛΑ ΤΗΣ!!!», ακούω τη συνείδησή μου να ουρλιάζει μέσα στο μυαλό μου. Εγωίσταρος επικών διαστάσεων. Έτσι είχα μάθει, έτσι έκανα...δεν υπάρχει μαγικό ραβδί για να διορθώνει συμπεριφορά ετών. Και η τύχη μου εξαντλήθηκε όταν την έφερε στο δρόμο μου και τη ζωή μου. Μετά μου είπε με το τρόπο της πως είμαι μόνος μου από κει και μπρος και να προσέξω να μη τα θαλασσώσω. Και γω πήγα και έπνιξα την ευκαιρία μου σαν άλλη Φόνισσα στα σκιαθίτικα νερά του εγωισμού μου...



Δε ξέρω γιατί δεν θέλησε να επικοινωνήσει μαζί μου μετά το τελευταίο εκείνο μήνυμα. ’Ίσως έπαιζε μαζί μου, ίσως παρερμήνευσα τα λόγια της, μπορεί να παρεξήγησα τη συμπεριφορά της. Δεν θα ‘ταν δα η πρώτη φορά που άντρας δεν αφουγκράστηκε σωστά το τραγούδι της Σειρήνας. Δεν έχει σημασία, το θέμα είναι τι έκανα εγώ. Τίποτα δηλαδή!


Και πότε δε θα μάθω πώς θα ήταν αν...και πονάει, αλήθεια λέω. Αλλά και τι έγινε; Έτσι και αλλιώς μετά από λίγο θα το ξεχάσω και θα επιστρέψω στο πραγματικό μου, επιπόλαιο, περήφανο, ανεξάρτητο  εαυτό που δε κάνει χωριό παρά μόνο με την αντανάκλασή του στο καθρέφτη. Που δεν είναι και του Μπράντ Πιτ εδώ που τα λέμε...



0 comments:

Δημοσίευση σχολίου