Εκείνο το βράδυ Κυριακής η υγρασία μου είχε τρυπήσει τα κόκαλα. Δεν έβλεπα την ώρα να μπω στο αυτοκίνητο, να πάρω τον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι μου. Ήταν ήδη αργά, σχεδόν 11 παρά. Μια οικογενειακή υποχρέωση με είχε φέρει στην γειτονιά της Δραπετσώνας. Ομολογώ πάνε πολλά χρόνια από την τελευταία φορά που είχα ξαναβρεθεί εκεί.
Βγαίνοντας από την πολυκατοικία έκανα να πάω προς το αμάξι. Το φως από το λιμάνι μου κίνησε την περιέργεια. Ακολούθησα το δυνατό φως του προβολέα. Πολύ σύντομα βρισκόμουν σε ένα υπερυψωμένο πλακόστρωτο. Aπό κάτω όλο το λιμάνι "πιάτο". Φοβερή θέα! Πόσοι άραγε γνωρίζουν αυτό το σημείο;
Έκατσα στο παγκάκι, άπλωσα τα πόδια μου και αφέθηκα στην μονότονη βουή που έφτανε στα αυτιά μου. Το μάτι μου έπεσε στο ρολόι πάνω από την μεγάλη εγκαταλελειμμένη σιταποθήκη. Δέσποζε καμαρωτό.
- Σιγά μην δουλεύει.
Έσφιξα τα μάτια μου να δω καλύτερα. Κι όμως, η ώρα ήταν σωστή. 11 παρά 1 λεπτό.
- Ας κάτσω 2-3 λεπτά ακόμα κι έφυγα, σκέφτηκα.
- Έχει πλάκα να χτυπάει κάθε ώρα ...
- Σιγά, πρόλαβα να διορθώσω την σκέψη μου.
Το ρολόι είχε άλλη γνώμη. Ο ακούραστος φύλακας, καλωσορίζει τα πλοία που μπαίνουν στο λιμάνι και δίνει την ευχή του για καλές θάλασσες σε αυτά που αναχωρούν ...
[gallery link="file" columns="2" orderby="ID"]
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου